Δωδωναίας

Δωδωναίας
Δωδωναί̱ᾱς , Δωδωναῖος
chatterbox
fem acc pl
Δωδωναί̱ᾱς , Δωδωναῖος
chatterbox
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Θεσπρωτία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή της Ηπείρου. Υιοθέτησε την ονομασία της από τους πρώτους κατοίκους της, τους Θεσπρωτούς, που έκαναν την εμφάνισή τους στην Ήπειρο στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ. Αρχικά, οι Θεσπρωτοί εγκαταστάθηκαν στη δυτική παραλία …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”